Aναδρομικά N.4670/2020 (Νόμος Βρούτση)

Στο πρώτο τρίμηνο του 2021 αναμένεται τελικά να καταβληθούν τα αναδρομικά του νόμου 4670/2020 (Νόμος Βρούτση) και οι αντίστοιχες αυξήσεις στις συντάξεις. Η διάταξη ισχύει αναδρομικά από 1-10-2019 και έχει ως αφετηρία τον μήνα αυτόν, καθώς στις 4 Οκτωβρίου του 2019 εκδόθηκε η απόφαση του ΣΤΕ που έκρινε πως τα ποσοστά αναπλήρωσης του ν.4387/2016 (Νόμος Κατρούγκαλου) δεν είχαν επαρκή ανταποδοτικότητα για τους ασφαλισμένους με πολλά έτη ασφάλισης. Συνεπώς οι 180.000 έως 200.000 περίπου συνταξιούχοι που θα δουν αυξήσεις , θα λάβουν μαζί με την πρώτη αυξημένη σύνταξη αναδρομικά 15 μηνών, αν αυτά καταβληθούν τον Ιανουάριο, ή 17 μηνών, αν τελικά αυτά καταβληθούν τον Μάρτιο του 2021.
Ωφελημένοι θα είναι οι συνταξιούχοι που συνταξιοδοτήθηκαν με περισσότερα από 30 έτη ασφάλισης, καθώς με το άρθρο 24 του νόμου 4670/2020 αυξήθηκαν τα ποσοστά αναπλήρωσης για όσους έχουν περισσότερα από 30 έτη. Η αύξηση στα ποσοστά αναπλήρωσης ανέρχεται από 0,56% (28,35% αντί για 27,79% που προέβλεπε ο νόμος Κατρούγκαλου) για συνταξιούχους που έχουν 31 έτη και φτάνει έως και το 7,21 % (50,01 % αντί για 42,8% που προέβλεπε ο νόμος Κατρούγκαλου) για συνταξιούχους που είχαν συμπληρώσει 40 έτη κατά τη συνταξιοδότηση. Όσο περισσότερα έτη είχε ο συνταξιούχος , τόσο μεγαλύτερη είναι η αύξηση. Όμως πρακτικά κερδισμένοι θα είναι κυρίως οι συνταξιούχοι μετά την 13η -5-2016, καθώς οι παλαιότεροι συνταξιούχοι στην πλειοψηφία τους έχουν, μετά τον επανυπολογισμό του νόμου Κατρούγκαλου, διατηρήσει προσωπική διαφορά που είναι μεγαλύτερη από την αύξηση του Νόμου Βρούτση. Στις περιπτώσεις αυτές ο συνταξιούχος ωφελείται γιατί μειώνεται η προσωπική διαφορά αλλά δεν κερδίζει πρακτικά καθώς δεν αυξάνεται πραγματικά η σύνταξη του, παρά μόνο λογιστικά. Εφόσον όμως η αύξηση με τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης είναι μεγαλύτερη από την προσωπική διαφορά που είχαν διατηρήσει, τότε θα λάβουν ως πραγματική αύξηση το ποσό που μετά το συμψηφισμό υπερβαίνει την προσωπική διαφορά. Αν π.χ. ο συνταξιούχος είχε διατηρήσει προσωπική διαφορά το ποσό των 150 ευρώ και η αύξηση λόγω των νέων ποσοστών αναπλήρωσης είναι 170 ευρώ, η πραγματική αύξηση στη σύνταξη θα είναι 20 ευρώ . Αν όμως ο συνταξιούχος είχε διατηρήσει προσωπική διαφορά το ποσό των 150 ευρώ και η αύξηση λόγω των νέων ποσοστών αναπλήρωσης είναι 80 ευρώ, τότε δεν υπάρχει πραγματική αύξηση αλλά απλά μειώνεται λογιστικά η προσωπική διαφορά στα 70 ευρώ.
Οι κατηγορίες των παλαιών συνταξιούχων που θα λάβουν αύξηση , είναι κυρίως όσοι είδαν αύξηση και με τον επανυπολογισμό του Νόμου Κατρούγκαλου την 1η-1-2019 και ελάχιστοι ακόμα παλαιοί συνταξιούχοι. Οι πριν το Μάιο του 2016 συνταξιούχοι που δικαιούνται αύξηση , θα την δουν να καταβάλλεται σε 5 ισόποσες μηνιαίες δόσεις.
Οι συνταξιούχοι που συνταξιοδοτήθηκαν μετά την 13η Μαΐου του 2016 και έχουν περισσότερα από 30 έτη ασφάλισης είναι οι κυρίως κερδισμένοι από την εφαρμογή του νέου νόμου. Εξαιρούνται οι περιπτώσεις που διατήρησαν μέρος της προσωπικής διαφοράς. Βάσει του άρθρου 6 του ν.4387/2016, οι νέοι συνταξιούχοι που, κατά τη σύγκριση του νέου τρόπου υπολογισμού (Νόμος Κατρούγκαλου) με τον καθεστώς που ίσχυε πριν την εφαρμογή του, είχαν διαφορά στη σύνταξη πάνω από 20%, διατηρούσαν μέρος της αυτής της διαφοράς ως προσωπική διαφορά. Συγκεκριμένα, εφόσον υπήρχε διαφορά 20%, οι συνταξιούχοι που αποχώρησαν το 2016 διατηρούσαν το ½ της διαφοράς, %, οι συνταξιούχοι που αποχώρησαν το 2016 διατηρούσαν το1/3 της διαφοράς και οι συνταξιούχοι που αποχώρησαν το 2016 διατηρούσαν το1/4 της διαφοράς. Στις περιπτώσεις που η αύξηση με τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης δεν υπερβαίνει την προσωπική διαφορά ούτε οι συγκεκριμένοι συνταξιούχοι θα δουν πραγματική αύξηση στην σύνταξη τους αλλά μόνο μείωση ή εξάλειψη της προσωπικής διαφοράς. Εφόσον όμως η αύξηση με τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης είναι μεγαλύτερη από το μέρος της προσωπικής διαφοράς που είχαν διατηρήσει, τότε θα λάβουν ως πραγματική αύξηση (χωρίς δοσολόγιο) το ποσό που μετά το συμψηφισμό υπερβαίνει την προσωπική διαφορά. Αν π.χ. ο συνταξιούχος είχε διατηρήσει ως μέρος της προσωπικής διαφοράς το ποσό των 60 ευρώ και η αύξηση λόγω των νέων ποσοστών αναπλήρωσης είναι 80 ευρώ, η πραγματική αύξηση στη σύνταξη θα είναι 20 ευρώ. Για παράδειγμα ο νέος τρόπος υπολογισμού ΤΟΥ Ν.4387/2016 στους συνταξιούχους του ΟΑΕΕ, επέφερε πολύ μεγάλες μειώσεις στις συντάξεις με συνέπεια το σύνολο των αποχωρησάντων μετά την 13η-5-2016 να έχει διατηρήσει μεγάλο ποσό προσωπική διαφοράς (πολύ κάτω βέβαια από όσα έπαιρναν με το προϊσχύον καθεστώς). Οι αυξήσεις του νόμου Βρούτση δεν καλύπτουν την προσωπική διαφορά με συνέπεια, οι συνταξιούχοι του τέως ΟΑΕΕ που αποχώρησαν από 13-5-2016 εως 31-12-2018 στην πλειοψηφία τους να μην δουν πραγματική αύξηση.
Οι συνταξιούχοι που αποχώρησαν από 13-5-2016 έως 31-12-2018 και έχουν πάνω από 30 έτη ασφάλισης και δεν διατήρησαν μέρος της προσωπικής διαφοράς, θα δουν στο σύνολο τους αύξηση από την εφαρμογή του νέου νόμου.
Οι χωρίς αστερίσκους κερδισμένοι είναι όσοι αποχώρησαν με 30 τουλάχιστον έτη ασφάλισης μετά την 1-1-2019, όπου δεν προβλεπόταν διατήρηση μέρους της προσωπικής διαφοράς από το προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς, και συνεπώς λαμβάνουν ολόκληρη την αύξηση.
Για όσους συνταξιούχους έχουν καταθέσει αίτηση για σύνταξη πριν τον Οκτώβριο του 2019, η σύνταξη θα υπολογιστεί με τα ποσοστά αναπλήρωσης του νόμου Κατρούγκαλου για το διάστημα έως 30-9-2019 και με τα ποσοστά αναπλήρωσης του νόμου Βρούτση για το διάστημα από 1-10-2019 και μετά.
Οι αυξήσεις κυμαίνονται από 4,5 ευρώ για συνταξιούχο που είχε το βασικό μισθό και 31 έτη ασφάλισης έως και 216 ευρώ μεικτά για συνταξιούχο με 3.000 ευρώ μισθό και 40 έτη ασφάλισης. Για όσους είχαν ακόμα μεγαλύτερες αποδοχές η αύξηση είναι μεγαλύτερη. Η αύξηση είναι συνάρτηση του συντάξιμου μισθού (των αποδοχών βάσει των οποίων υπολογίστηκε η σύνταξη και των ετών ασφάλισης). Όσο περισσότερα είναι τα έτη και οι αποδοχές τόσο μεγαλύτερη είναι η αύξηση.
ΠΟΣΟΣΤΑ ΑΝΑΠΛΗΡΩΣΗΣ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ
Έτη ασφάλισης
Παλαιό Ποσοστό
αναπλήρωσης
Νέο ποσοστό αναπλήρωσης
31
27,79% 28,35%
32 29,21% 30,33%
33 30,63% 32,31%
34 32,22% 34,81%
35 33,81% 37,81%
36 35,4% 39,81%
37 37,2% 42,36%
38 39,0% 44,91%
39 40,8% 47,41%
40 42,8% 50,01%
41 44,8% 50,51%
42 46,8% 51,01%
43 48,8% 51,51%
44 50,8% 52,01%
45 53,3% 52,51%
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΓΙΑ 33 ΕΤΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
ΜΙΣΘΟΣ
σε ευρώ μεικτά
Σύνταξη με τα παλαιά ποσοστά αναπλήρωσης Σύνταξη με τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης Διαφορά
700 598 610 12
800 629 642 13
1.000 690 707 17
1.500 843 869 26
2.000 997 1.030 33
2.500 1.150 1.192 42
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΓΙΑ 35 ΕΤΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
ΜΙΣΘΟΣ
σε ευρώ μεικτά
Σύνταξη με τα παλαιά ποσοστά αναπλήρωσης Σύνταξη με τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης Διαφορά
700 620,27 648,67 28,40
800 651,48 683,48 32
1.000 722,1 762,10 40
1.500 891,15 951,15 60
2.000 1.060,20 1.137,20 77
2.500 1.229.25 1.329,25 100
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΓΙΑ 40 ΕΤΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
ΜΙΣΘΟΣ
σε ευρώ μεικτά
Σύνταξη με τα παλαιά ποσοστά αναπλήρωσης Σύνταξη με τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης Διαφορά
700 684 734 50
800 726 784 58
1.000 812 884 72
1.500 1.026 1.134 108
2.000 1.240 1.384 144
2.500 1.454 1.634 180
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΓΙΑ 42 ΕΤΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ
ΜΙΣΘΟΣ
σε ευρώ μεικτά
Σύνταξη με τα παλαιά ποσοστά αναπλήρωσης Σύνταξη με τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης Διαφορά
700 747 779 32
800 758 792 34
1.000 852 894 42
1.500 1.086 1.149 63
2.000 1.320 1.404 84
2.500 1.554 1.659 105
Άρθρο στο περιοδικό ""Τα δικά μας φτερά" που εκδίδει ο Σύλλογος Συνταξιούχων των Αεροπορικών Επιχειρήσεων

Περισσότερα...Aναδρομικά N.4670/2020 (Νόμος Βρούτση)

  • Προβολές: 3924

Κατώτατος μισθός, εργασιακές σχέσεις, συντάξεις: Όλα όσα αλλάζουν

Το νομοσχέδιο, που ψηφίστηκε στην Ολομέλεια της Βουλής περιλαμβάνει μεταξύ άλλων διατάξεις για τον κατώτατο μισθό, τις εκκρεμείς συντάξεις και τις εργασιακές σχέσεις.

Στο μέτωπο της εργασίας προβλέπεται η παράταση του Προγράμματος ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ έως 28-2-2020. Το πρόγραμμα ΣΥΝ-ΕΡΓΑΣΙΑ προβλέπει την δυνατότητα απασχόλησης του προσωπικού τις μισές μέρες τον μήνα χωρίς μετατροπή της σύμβασης εργασίας. Για τις ημέρες που ο εργαζόμενος παρέχει εργασία, ο εργοδότης καταβάλλει κανονικά τον μισθό και τις ασφαλιστικές εισφορές. Για τις ημέρες που ο εργαζόμενος δεν απασχολείται, καταβάλλεται από το κράτος το 60% των αποδοχών (που αντιστοιχούν στο μισό μήνα) του εργαζομένου και το 100% των ασφαλιστικών εισφορών (του μισού μήνα). Για παράδειγμα, σε μισθό 1.000 ευρώ τα 500 ευρώ καταβάλλει ο εργοδότης και τα 300 ευρώ (60% του άλλου 500) καταβάλλει το κράτος.

Προβλέπεται, επίσης, για πρώτη φορά στο άρθρο 90 του νομοσχεδίου ποινική μεταχείριση του συχνού φαινομένου κατά τη διάρκεια της πανδημίας, να αξιώνει ο εργοδότης να του αποδίδει ο εργαζόμενος το ποσό της αποζημίωσης ειδικού σκοπού, που δικαιούται λόγω αναστολής της σύμβασης του. Ποινικό αδίκημα η λήψη από τον εργοδότη της αποζημίωσης ειδικού σκοπού του εργαζομένου, τιμωρείται με φυλάκιση 6 μηνών και χρηματική ποινή τουλάχιστον 5.040 ευρώ, εφόσον υποβληθεί μήνυση από τον εργαζόμενο. Βέβαια πολλοί εργαζόμενοι διστάζουν να υποβάλλουν μήνυση κατά του εργοδότη υπό τον φόβο της απόλυσης.

Όσον αφορά στον κατώτατο μισθό, ο ανακαθορισμός του αναβάλλεται για 4 επιπλέον μήνες, καθώς σύμφωνα με τη διάταξη που προβλέπεται στο άρθρο 83 του υπό ψήφιση νομοσχεδίου, το δεύτερο 15ήμερο του Ιουλίου προβλέπεται η σχετική εισήγηση του Υπουργού Εργασίας προς το Υπουργικό Συμβούλιο.

Η κυβέρνηση φαίνεται ότι, έστω και καθυστερημένα, αντιλαμβάνεται ότι είχε υποτιμήσει το τεράστιο πρόβλημα των εκκρεμών συντάξεων και προχωρά σε σειρά μέτρων ενίσχυσης του ΕΦΚΑ (άρθρα 76 έως 80 του νομοσχεδίου). Δεν αρκούσε η μετονομασία του ταμείου σε e- ΕΦΚΑ για να λυθούν τα προβλήματα. Οι ανακοινώσεις του υπουργείου ότι έως τέλος του 2021 δεν θα υπάρχουν εκκρεμείς συντάξεις και ότι οι νέες συντάξεις θα εκδίδονται εντός λίγων ημερών, βρίσκονται σε αντίθεση με την τρέχουσα εικόνα στα ταμεία που δείχνει κλιμάκωση του προβλήματος. Μετά τη δημοσίευση της έκθεσης του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής που αποκάλυψε ραγδαία αύξηση των εκκρεμών συντάξεων στο διάστημα Ιούλιος 2019 έως Ιούνιος 2020 και την περαιτέρω διόγκωση του προβλήματος στο δεύτερο εξάμηνο του 2020, με το υπό ψήφιση νομοσχέδιο προωθείται διάταξη που προβλέπει δυνατότητα πρόσληψης για 8 μήνες συνταξιούχων υπαλλήλων του ΕΦΚΑ με εμπειρία στην ανακεφαλαίωση ενσήμων και στην έκδοση συντάξεων, χωρίς την περικοπή κατά 30% που ισχύει κανονικά στους συνταξιούχους. Επίσης το νομοσχέδιο προβλέπει κατ’ εξαίρεση αποσπάσεις για διάστημα 6 μηνών δημοσίων υπαλλήλων στον e-ΕΦΚΑ. Ομοίως προβλέπει την απόσπαση προσωπικού επιστημονικών επιμελητήριων και συλλόγων (π.χ. ΤΕΕ, Δικηγορικός Σύλλογος) στον ΕΦΚΑ με κάλυψη των μισθών από το φορέα προέλευσης. Δηλαδή θα πληρώνει το μισθό ο επιστημονικός σύλλογος, αλλά θα εργάζεται ο υπάλληλος για την έκδοση συντάξεων στον e-ΕΦΚΑ. Προβλέπεται, επίσης, ειδική αποζημίωση έως και 7.200 ευρώ το έτος σε υπαλλήλους που θα πιάνουν προκαθορισμένους ποσοτικούς στόχους έκδοσης εκκρεμών συντάξεων. Τα μέτρα στήριξης του ΕΦΚΑ, αν και καθυστερημένα κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση, ταυτόχρονα όμως απαιτείται και διαφορετικό επιχειρησιακό σχέδιο.

Στο άρθρο 82 του νομοσχεδίου προβλέπεται η επανένταξη πληττόμενων επαγγελματιών στη ρύθμιση ασφαλιστικών οφειλών, που απώλεσαν, εφόσον πληρώσουν έως τέλος Δεκεμβρίου μόνο την δόση του Νοεμβρίου, που είχε χαθεί.

Με το άρθρο 86 παρατείνεται η ασφαλιστική ικανότητα των έμμεσων μελών έως 28-2-2021 και με το άρθρο 87 παρατείνεται έως 28-2-2021 η ασφαλιστική ικανότητα σε ασφαλισμένους επαγγελματίες και αγρότες που οφείλουν ποσά (χρεωστικό υπόλοιπο) μετά την τελευταία εκκαθάριση των εισφορών. Οι συγκεκριμένοι ασφαλισμένοι θα πληρώσουν την οφειλή τους σε 5 μηνιαίες δόσεις. Η πρώτη δόση θα πρέπει να καταβληθεί έως 31-3-2021.

Στο άρθρο 89 του νομοσχεδίου προβλέπεται ότι ειδικά για το 2020 απαιτούνται 50 ένσημα αντί για 100, προκειμένου εργαζόμενοι σε τουριστικά, επισιτιστικά και άλλα εποχικά επαγγέλματα να λάβουν επίδομα ανεργίας.

Με το άρθρο 94 προβλέπεται η χορήγηση αποζημίωσης ειδικού σκοπού 534 ευρώ για καλλιτέχνες, δημιουργούς και επαγγελματίες της τέχνης και του πολιτισμού, οι οποίοι είναι εγγεγραμμένοι στην ειδική ηλεκτρονική πλατφόρμα artandcultureprofessionals.services.gov.gr στο διάστημα από 13-5-2020 έως 10-1-2021, εφόσον δεν έχουν σύμβαση εξαρτημένης εργασίας σε εργοδότη ή δεν λαμβάνουν επίδομα ανεργίας για το διάστημα αυτό.

Άρθρο στο Όλες οι εξελίξεις στην Οικονομία και στις Επιχειρήσεις 22.12.2020

Περισσότερα...Κατώτατος μισθός, εργασιακές σχέσεις, συντάξεις: Όλα όσα αλλάζουν

  • Προβολές: 304

Αναδρομικά και αυξήσεις στις συντάξεις: Ποιοι είναι οι κερδισμένοι - Παραδείγματα

Αναδρομικά και αυξήσεις στις συντάξεις: Ποιοι είναι οι κερδισμένοι - Παραδείγματα - Γράφει ο Κώστας Τσουκαλάς

Στο πρώτο τρίμηνο του 2021 αναμένεται τελικά να καταβληθούν τα αναδρομικά του νόμου 4670/2020 (Νόμος Βρούτση) και οι αντίστοιχες αυξήσεις στις συντάξεις. Η διάταξη ισχύει αναδρομικά από 1-10-2019 και έχει ως αφετηρία τον μήνα αυτόν, καθώς στις 4 Οκτωβρίου του 2019 εκδόθηκε η απόφαση του ΣΤΕ που έκρινε πως τα ποσοστά αναπλήρωσης του ν.4387/2016 (Νόμος Κατρούγκαλου) δεν είχαν επαρκή ανταποδοτικότητα για τους ασφαλισμένους με πολλά έτη ασφάλισης. Συνεπώς οι 180.000 έως 200.000 περίπου συνταξιούχοι που θα δουν αυξήσεις, θα λάβουν μαζί με την πρώτη αυξημένη σύνταξη αναδρομικά 15 μηνών, αν αυτά καταβληθούν τον Ιανουάριο, ή 17 μηνών, αν τελικά αυτά καταβληθούν τον Μάρτιο του 2021.

Ωφελημένοι θα είναι οι συνταξιούχοι που συνταξιοδοτήθηκαν με περισσότερα από 30 έτη ασφάλισης, καθώς με το άρθρο 24 του νόμου 4670/2020 αυξήθηκαν τα ποσοστά αναπλήρωσης για όσους έχουν περισσότερα από 30 έτη. Η αύξηση στα ποσοστά αναπλήρωσης ανέρχεται από 0,56% (28,35% αντί για 27,79% που προέβλεπε ο νόμος Κατρούγκαλου) για συνταξιούχους που έχουν 31 έτη και φτάνει έως και το 7,21 % (50,01 % αντί για 42,8% που προέβλεπε ο νόμος Κατρούγκαλου) για συνταξιούχους που είχαν συμπληρώσει 40 έτη κατά τη συνταξιοδότηση. Όσο περισσότερα έτη είχε ο συνταξιούχος , τόσο μεγαλύτερη είναι η αύξηση. Όμως πρακτικά κερδισμένοι θα είναι κυρίως οι συνταξιούχοι μετά την 13η -5-2016, καθώς οι παλαιότεροι συνταξιούχοι στην πλειοψηφία τους έχουν, μετά τον επανυπολογισμό του νόμου Κατρούγκαλου, διατηρήσει προσωπική διαφορά που είναι μεγαλύτερη από την αύξηση του Νόμου Βρούτση. Στις περιπτώσεις αυτές ο συνταξιούχος ωφελείται γιατί μειώνεται η προσωπική διαφορά αλλά δεν κερδίζει πρακτικά καθώς δεν αυξάνεται πραγματικά η σύνταξη του, παρά μόνο λογιστικά. Εφόσον όμως η αύξηση με τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης είναι μεγαλύτερη από την προσωπική διαφορά που είχαν διατηρήσει, τότε θα λάβουν ως πραγματική αύξηση το ποσό που μετά το συμψηφισμό υπερβαίνει την προσωπική διαφορά. Αν π.χ. ο συνταξιούχος είχε διατηρήσει προσωπική διαφορά το ποσό των 150 ευρώ και η αύξηση λόγω των νέων ποσοστών αναπλήρωσης είναι 170 ευρώ, η πραγματική αύξηση στη σύνταξη θα είναι 20 ευρώ . Αν όμως ο συνταξιούχος είχε διατηρήσει προσωπική διαφορά το ποσό των 150 ευρώ και η αύξηση λόγω των νέων ποσοστών αναπλήρωσης είναι 80 ευρώ, τότε δεν υπάρχει πραγματική αύξηση αλλά απλά μειώνεται λογιστικά η προσωπική διαφορά στα 70 ευρώ .

Οι κατηγορίες των παλαιών συνταξιούχων που θα λάβουν αύξηση, είναι κυρίως όσοι είδαν αύξηση και με τον επανυπολογισμό του Νόμου Κατρούγκαλου την 1η-1-2019 και ελάχιστοι ακόμα παλαιοί συνταξιούχοι. Οι πριν το Μάιο του 2016 συνταξιούχοι που δικαιούνται αύξηση , θα την δουν να καταβάλλεται σε 5 ισόποσες μηνιαίες δόσεις .
Οι συνταξιούχοι που συνταξιοδοτήθηκαν μετά την 13η Μαΐου του 2016 και έχουν περισσότερα από 30 έτη ασφάλισης είναι οι κυρίως κερδισμένοι από την εφαρμογή του νέου νόμου. Εξαιρούνται οι περιπτώσεις που διατήρησαν μέρος της προσωπικής διαφοράς. Βάσει του άρθρου 6 του ν.4387/2016, οι νέοι συνταξιούχοι που, κατά τη σύγκριση του νέου τρόπου υπολογισμού (Νόμος Κατρούγκαλου) με τον καθεστώς που ίσχυε πριν την εφαρμογή του, είχαν διαφορά στη σύνταξη πάνω από 20%, διατηρούσαν μέρος της αυτής της διαφοράς ως προσωπική διαφορά. Συγκεκριμένα, εφόσον υπήρχε διαφορά 20%, οι συνταξιούχοι που αποχώρησαν το 2016 διατηρούσαν το ½ της διαφοράς, %, οι συνταξιούχοι που αποχώρησαν το 2016 διατηρούσαν το1/3 της διαφοράς και οι συνταξιούχοι που αποχώρησαν το 2016 διατηρούσαν το1/4 της διαφοράς. Στις περιπτώσεις που η αύξηση με τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης δεν υπερβαίνει την προσωπική διαφορά ούτε οι συγκεκριμένοι συνταξιούχοι θα δουν πραγματική αύξηση στην σύνταξη τους αλλά μόνο μείωση ή εξάλειψη της προσωπικής διαφοράς. Εφόσον όμως η αύξηση με τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης είναι μεγαλύτερη από το μέρος της προσωπικής διαφοράς που είχαν διατηρήσει, τότε θα λάβουν ως πραγματική αύξηση (χωρίς δοσολόγιο) το ποσό που μετά το συμψηφισμό υπερβαίνει την προσωπική διαφορά. Αν π.χ. ο συνταξιούχος είχε διατηρήσει ως μέρος της προσωπικής διαφοράς το ποσό των 60 ευρώ και η αύξηση λόγω των νέων ποσοστών αναπλήρωσης είναι 80 ευρώ, η πραγματική αύξηση στη σύνταξη θα είναι 20 ευρώ. Για παράδειγμα ο νέος τρόπος υπολογισμού ΤΟΥ Ν.4387/2016 στους συνταξιούχους του ΟΑΕΕ, επέφερε πολύ μεγάλες μειώσεις στις συντάξεις με συνέπεια το σύνολο των αποχωρησάντων μετά την 13η-5-2016 να έχει διατηρήσει μεγάλο ποσό προσωπική διαφοράς (πολύ κάτω βέβαια από όσα έπαιρναν με το προϊσχύον καθεστώς). Οι αυξήσεις του νόμου Βρούτση δεν καλύπτουν την προσωπική διαφορά με συνέπεια, οι συνταξιούχοι του τέως ΟΑΕΕ που αποχώρησαν από 13-5-2016 εως 31-12-2018 στην πλειοψηφία τους να μην δουν πραγματική αύξηση.
Οι συνταξιούχοι που αποχώρησαν από 13-5-2016 έως 31-12-2018 και έχουν πάνω από 30 έτη ασφάλισης και δεν διατήρησαν μέρος της προσωπικής διαφοράς, θα δουν στο σύνολο τους αύξηση από την εφαρμογή του νέου νόμου.
Οι χωρίς αστερίσκους κερδισμένοι είναι όσοι αποχώρησαν με 30 τουλάχιστον έτη ασφάλισης μετά την 1-1-2019, όπου δεν προβλεπόταν διατήρηση μέρους της προσωπικής διαφοράς από το προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς, και συνεπώς λαμβάνουν ολόκληρη την αύξηση .
Για όσους συνταξιούχους έχουν καταθέσει αίτηση για σύνταξη πριν τον Οκτώβριο του 2019, η σύνταξη θα υπολογιστεί με τα ποσοστά αναπλήρωσης του νόμου Κατρούγκαλου για το διάστημα έως 30-9-2019 και με τα ποσοστά αναπλήρωσης του νόμου Βρούτση για το διάστημα από 1-10-2019 και μετά.
Οι αυξήσεις κυμαίνονται από 4,5 ευρώ για συνταξιούχο που είχε το βασικό μισθό και 31 έτη ασφάλισης έως και 216 ευρώ μεικτά για συνταξιούχο με 3.000 ευρώ μισθό και 40 έτη ασφάλισης. Για όσους είχαν ακόμα μεγαλύτερες αποδοχές η αύξηση είναι μεγαλύτερη. Η αύξηση είναι συνάρτηση του συντάξιμου μισθού (των αποδοχών βάσει των οποίων υπολογίστηκε η σύνταξη και των ετών ασφάλισης). Όσο περισσότερα είναι τα έτη και οι αποδοχές τόσο μεγαλύτερη είναι η αύξηση.

Άρθρο μου στο Όλες οι εξελίξεις στην Οικονομία και στις Επιχειρήσεις(16.12.2020)

Περισσότερα...Αναδρομικά και αυξήσεις στις συντάξεις: Ποιοι είναι οι κερδισμένοι - Παραδείγματα

  • Προβολές: 327

Ποιος λεει την αληθεια για τις συνταξεις

Πριν δύο εβδομάδες ο Πρωθυπουργός παρουσίασε την έκθεση της Επιτροπής Πισσαρίδη ως σχέδιο αναγέννησης της ελληνικής οικονομίας.
Ένα σημαντικό τμήμα της έκθεσης και των προτεινόμενων δράσεων αφορά στην κοινωνική ασφάλιση. Ωστόσο, τα συμπεράσματα της έκθεσης έρχονται σε αντίθεση με τις βεβαιότητες που διατυπώνει τον τελευταίο χρόνο η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Εργασίας. Μια σειρά προτεινόμενων δράσεων είναι πιθανόν να οδηγήσουν σε μείωση των εσόδων στα ασφαλιστικά ταμεία. Είναι κρίσιμο να δοθούν απαντήσεις για τον τρόπο αναπλήρωσης των απωλειών.
Η έκθεση αναφέρει «το ασφαλιστικό σύστημα χρειάζεται συνολική μεταρρύθμιση, ώστε να προσαρμοσθεί στις δημογραφικές τάσεις» και «αν το ασφαλιστικό σύστημα παραμείνει αμιγώς διανεμητικό, όπως είναι σήμερα, δηλαδή οι πληρωμές προς τους συνταξιούχους συνεχίσουν να καλύπτονται από τις εισφορές του ενεργού πληθυσμού και τον κρατικό προϋπολογισμό, … τότε το ύψος των συντάξεων θα πρέπει διαρκώς να μειώνεται …, είτε το ύψος των εισφορών και των φόρων να αυξάνεται». Σε αντίθεση, το Υπουργείο Εργασίας διατρανώνει ότι η ασφαλιστική μεταρρύθμιση ολοκληρώθηκε με επιτυχία, το ύψος των συντάξεων είναι διασφαλισμένο, ενώ επικαλείται αναλογιστική μελέτη, που συνοδεύει τον πρόσφατο νόμο 4670/2020, και βεβαιώνει την βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος έως το 2060. Ποιος λέει την αλήθεια; Το Υπουργείο ή η έκθεση Πισσαρίδη;
Στην έκθεση γίνονται αναφορές σε περαιτέρω αύξηση ορίων ηλικίας και εξορθολογισμό των κανόνων εξαγοράς πλασματικών ετών, ενώ τα ζητήματα αυτά έχουν ήδη ρυθμιστεί νομοθετικά. Η αναμόχλευση ζητημάτων που άπτονται του οικογενειακού προγραμματισμού, πέραν του ότι γεννά ανασφάλεια στην αγορά εργασίας, ελλοχεύει τον κίνδυνο να οδηγήσει σε ένα αχρείαστο κύμα συνταξιοδοτήσεων, που θα επιβαρύνει το ασφαλιστικό σύστημα. Επιπλέον, γίνεται λόγος για ανάγκη αύξησης της ανταποδοτικής σύνταξης, ενώ το Υπουργείο διατείνεται ότι μόλις αποκατέστησε την αρχή της ανταποδοτικότητας.
Η βασική «μεταρρύθμιση», που προτείνεται, είναι η μετατροπή της επικουρικής ασφάλισης σε πλήρως κεφαλαιοποιητικού χαρακτήρα με την συμμετοχή τρίτων (ιδιωτών) και με μεγάλα φορολογικά κίνητρα στα ιδιωτικά συνταξιοδοτικά προϊόντα.

Στην έκθεση επιπλέον αναφέρεται «η ενίσχυση του κεφαλαιοποιητικού χαρακτήρα του συστήματος προϋποθέτει μείωση της επιβάρυνσης από εισφορές που κατευθύνονται στον διανεμητικό πυλώνα (κύρια και επικουρική σύνταξη)». Πώς όμως θα καλυφθούν οι τρέχουσες συντάξεις, αλλά και αυτές των επόμενων είκοσι ετών, αν η στρατηγική του ασφαλιστικού συστήματος είναι η μονομερής μείωση εισφορών προς τα δημόσια ασφαλιστικά ταμεία; Παρακάτω ομολογείται ότι «η ενίσχυση των κεφαλαιοποιητικών πυλώνων δημιουργεί ένα χρηματοδοτικό κενό, καθώς μέρος των εισφορών των εργαζομένων θα κατευθύνεται προς τις μελλοντικές συντάξεις τους και όχι προς την κάλυψη των συντάξεων των σημερινών συνταξιούχων». Βάσει των ισχυρισμών των συντακτών της έκθεσης, το κενό θα καλυφθεί μέσω της ενίσχυσης της αποταμίευσης των νοικοκυριών και της επένδυσης αυτών στα κεφαλαιοποιητικά ασφαλιστικά τους προγράμματα. Μα ακόμα και να δεχθούμε ότι θα ενισχυθεί η ανάπτυξη και ότι θα δημιουργηθούν αποταμιεύσεις, πώς προκύπτει ότι αυτές θα επενδύονται στα συνταξιοδοτικά προγράμματα; Ακόμα και στο απίθανο σενάριο, που ο κόσμος έχει τόσες αποταμιεύσεις και θα σπεύδει να τις καταθέσει σε επικουρικό ταμείο, πώς θα καλύπτονται οι τρέχουσες συντάξεις των δημοσίων επικουρικών ταμείων, αφού οι αποταμιευτές θα έχουν απευθυνθεί κυρίως σε ιδιωτικά επικουρικά ταμεία, τα οποία θα διαχειρίζονται τις εισφορές τους; Η βιωσιμότητα του δημοσίου ασφαλιστικού συστήματος παρουσιάζεται ως ένα ενδεχόμενο αποτέλεσμα επιλογών με μεγάλο ρίσκο. Στο ζήτημα της κοινωνικής ασφάλισης η εφαρμογή της θεωρίας των παιγνίων μπορεί να αποβεί μοιραία.
ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Άρθρο στο "Βήμα της Κυριακής", 13/12/2020

Περισσότερα...Ποιος λεει την αληθεια για τις συνταξεις

  • Προβολές: 324

Ένα πρώτο σχόλιο για την έκθεση Πισσαρίδη

Tην προηγούμενη Δευτέρα η κυβέρνηση παρουσίασε την έκθεση της Επιτροπής Πισσαρίδη, που κατά δήλωση της αποτελεί τον οδικό χάρτη των μεταρρυθμίσεων που θα «μεταμορφώσουν» την ελληνική κοινωνία και αποκαταστήσουν τις στρεβλώσεις που κρατούν την ελληνική οικονομία σε υστέρηση σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές οικονομίες.
Η παρούσα κριτική δεν αφορά το σύνολο της έκθεσης, αλλά καταπιάνεται με συγκεκριμένα σημεία που αφορούν σημαντικό τμήμα της έκθεσης που αναφέρεται σε αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις, στην κοινωνική ασφάλιση και στο ζήτημα του ιδιωτικού χρέους.
Το πρώτο μέρος της έκθεσης αναφέρεται σε διαπιστώσεις των παθογενειών της ελληνικής οικονομίας και των στρεβλώσεων που κρατούν το ελληνικό παραγωγικό μοντέλο σε υστέρηση σε σχέση με το μέσο όρο των ευρωπαϊκών οικονομιών. Ένα σημαντικό τμήμα των διαπιστώσεων (προφανώς όχι όλες) αποτελούν κοινές παραδοχές. Επιπλέον, ένα τμήμα των προτεινόμενων δράσεων που έχει ουδέτερο ιδεολογικό πρόσημο, αποτελεί επίσης κοινό τόπο.
Στα κεντρικά ζητήματα όμως της κατανομής των φορολογικών βαρών, της διάρθρωσης των εργασιακών σχέσεων και της δομής της κοινωνικής ασφάλισης, και των προτεινόμενων για τα πεδία αυτά πολιτικών δράσεων, η έκθεση διακρίνεται από ιδεοληπτική μονομέρεια καθώς θεοποιείται η δυνατότητα επίλυσης των διαχρονικών προβλημάτων της ελληνικής κοινωνίας μέσα από την αυτορρύθμιση της αγοράς και προκρίνεται η σχεδόν ολική αποχώρηση του κράτους από τον προστατευτικό του ρόλο σε σχέση με κρίσιμα κοινωνικά αγαθά όπως η εργασία, η υγεία και η κοινωνική ασφάλιση.
Είναι όμως πράγματι μεταρρυθμίσεις οι προτεινόμενες δράσεις στις οποίες καταλήγει η έκθεση;
Σχετικά με την κοινωνική ασφάλιση το πόρισμα προτείνει την θέσπιση μίας και ενιαίας εισφοράς υπέρ υγείας στους μισθωτούς, στο μοντέλο που ισχύει μετά την εφαρμογή του ν.4670/2020. Δηλαδή να πληρώνει ίδιες εισφορές υπέρ υγείας ο μισθωτός που λαμβάνει μισθό 6.500 ευρώ ή 3.000 ευρώ με τον μισθωτό που λαμβάνει μισθό 650 ευρώ. Για να πραγματοποιηθεί αυτό, ή θα αυξηθούν οι εισφορές υγείας στους χαμηλόμισθους, με αποτέλεσμα να μειωθεί περαιτέρω ο ήδη χαμηλός μισθός του ή το πιθανότερο να μειωθούν κατακόρυφα οι εισφορές υπέρ υγείας στους μεσαίους και υψηλούς μισθούς. Βέβαια πίσω από το «τυράκι» της αύξησης των καθαρών αποδοχών των μισθωτών μέσω της μείωσης των εισφορών υπέρ υγείας, κρύβεται η μείωση των αποθεματικών που κατευθύνονται στο σύστημα υγείας και περίθαλψης και συνακόλουθα η μείωση των κρατικών δαπανών που θα ενισχύουν την υγεία. Το παράδοξο, πέραν των ιδεολογικών διαφωνιών, είναι ότι αυτή η συζήτηση λαμβάνει χώρα εν μέσω της πανδημίας του κορωνοϊού, ενώ υποτίθεται πως είναι κοινός τόπος όλων των πολιτικών δυνάμεων η ανάγκη στήριξης του ΕΣΥ. Πώς θα ενισχύεται το Εθνικό Σύστημα Υγείας ενώ ταυτόχρονα θα μειώνονται οι εισφορές και οι δαπάνες υπέρ υγείας; Φαίνεται ότι η Επιτροπή έχει βρει τη λύση. Όπως αναφέρει στο σχετικό εδάφιο «το σχετικό κενό θα μπορεί να καλυφθεί από τα φορολογικά έσοδα». Τόσο απλά λύθηκε το ζήτημα, σαν τα φορολογικά έσοδα να είναι δεδομένα και να έρχονται ως μάννα εξ’ ουρανού χωρίς περαιτέρω φορολογικές επιβαρύνσεις στους πολίτες, μιας και στο ακριβώς προηγούμενο κεφάλαιο που αφορά την φορολογία, οι συντάκτες της έκθεσης προτείνουν γενναία μείωση φόρων στα μεσαία και υψηλά εισοδήματα και κυρίως στα κέρδη των επιχειρήσεων.
Στη συνέχεια προβλέπεται η θέσπιση πλαφόν ασφαλιστικών εισφορών υπέρ του κλάδου σύνταξης, ώστε να μην επιβαρύνονται οι υψηλόμισθοι ιδιωτικοί υπάλληλοι με μεγάλες εισφορές. Η εφαρμογή της άποψης αυτής θα οδηγήσει σε μείωση των εισερχόμενων στο σύστημα ασφαλιστικών εισφορών και θα δημιουργήσει έλλειμμα στα έσοδα του ΕΦΚΑ. Η κύρια έγνοια της Επιτροπής δεν είναι τόσο η ελάφρυνση των υψηλόμισθων υπαλλήλων, αλλά η μείωση του μη μισθολογικού κόστους για τις επιχειρήσεις.
Στο ίδιο πλαίσιο κινούνται και οι προτάσεις της επιτροπής για μείωση του κόστους των υπερωριών, που ήδη προωθείται από την κυβέρνηση, μέσω της χορήγησης δυνατότητας στις επιχειρήσεις να μπορούν να απασχολούν εργαζομένους πέραν του οκταώρου και έως δέκα ώρες χωρίς πρόσθετη αμοιβή, και η αναπλήρωση των παραπάνω ωρών με λιγότερες ώρες εργασίας ή ρεπό σε άλλη μέρα.
Ολόκληρο το κείμενο της έκθεσης διαπνέεται από την άποψη ότι αν μειώσουμε στο ελάχιστο το μισθολογικό και μη μισθολογικό κόστος, θα διαμορφωθούν όροι ταχείας οικονομικής ανάπτυξης, η οποία θα αναπληρώσει την μείωση των εσόδων και θα διατηρήσει αυτόματα την βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος αλλά και του εθνικού συστήματος υγείας. Η επιτυχία αυτού του εγχειρήματος δεν επιβεβαιώνεται από τα ιστορικά προηγούμενα και περισσότερο μοιάζει με ευχολόγιο παρά με εύλογη πεποίθηση. Προφανώς η ελάφρυνση των επιχειρήσεων είναι μέσο για την επίτευξη ανάπτυξης αλλά δεν αποτελεί την μοναδική παράμετρο. Χωρίς στήριξη της πραγματικής οικονομίας, εκτεταμένα προγράμματα δημοσίων επενδύσεων, ενίσχυση του πραγματικού εισοδήματος των μισθωτών –καταναλωτών , η μονομερής περικοπή κοινωνικών δαπανών θα οδηγήσει σε εμβάθυνση της οικονομικής κρίσης και αναδιανομή πλούτου.
Στο ζήτημα της κοινωνικής ασφάλισης, η αντίληψη που κυριαρχεί στην έκθεση είναι σαφής από την αρχή, καθώς τονίζεται πως «η ενίσχυση του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων θα πρέπει να γίνει σε αντιδιαστολή με τις γενικής λειτουργικές ή συνταξιοδοτικές δαπάνες».
Επίσης, προκρίνεται στην έκθεση, με μισόλογα βέβαια και χωρίς ανάλυση, η κατάργηση των μεταβατικών διατάξεων για το όρια ηλικίας. Στη σελίδα 49 αναφέρεται πως «η περαιτέρω αύξηση της απασχόλησης, όμως, η οποία θα στοχεύει στην προσέλκυση νέων ομάδων του πληθυσμού στην αγορά εργασίας, προϋποθέτει επιπλέον μεταρρυθμίσεις που να μειώνουν τη φορολογική επιβάρυνση της μισθωτής εργασίας, να μειώνουν τα ποσοστά πρόωρης συνταξιοδότησης». Μα το ζήτημα της πρόωρης συνταξιοδότησης έχει ήδη λυθεί, υποτίθεται, με την εφαρμογή του ν.4336/2015 που αύξησε κατακόρυφα τα όρια ηλικίας, διατηρώντας μεταβατικές διατάξεις, ώστε λίγοι ασφαλισμένοι με πολλά έτη ασφάλισης να μπορούν να συνταξιοδοτηθούν πριν τα 62 έτη. Η έκθεση αναφέρει «Με βάση τις αλλαγές που έγιναν τα προηγούμενα χρόνια, αναμένεται ότι έως το 2022, οι επιλογές πρόωρης συνταξιοδότησης θα έχουν καταργηθεί και θα ισχύει μια γενική ηλικία συνταξιοδότησης των 67 ετών (ή των 62 ετών με εισφορές 40 ετών). Δεδομένων των δυσμενών δημογραφικών εξελίξεων για την Ελλάδα, δεν θα πρέπει να επανεισαχθούν εξαιρέσεις από αυτούς τους καθολικούς κανόνες». Οι συντάκτες της έκθεσης είτε δεν γνωρίζουν είτε σκοπίμως αποκρύπτουν ότι οι μεταβατικές διατάξεις για όσους κατοχυρώνουν δικαίωμα έως το 2021, συνεχίζουν να ισχύουν και μετά το 2022. Μήπως αυτό που εντέχνως προτείνουν είναι η κατάργηση των μεταβατικών διατάξεων και για αυτές τις κατηγορίες από 1-1-2022. Σε συνδυασμό με την γενικόλογη αναφορά στην ανάγκη εξορθολογισμού των κανόνων εξαγοράς των πλασματικών ετών (έχουν ήδη εξορθολογιστεί, καθώς από 1-1-2020 σε όλα τα ταμεία το κόστος εξαγοράς κυμαίνεται στο 20% του μισθού), μας καθιστούν καχύποπτους σχετικά με την πιθανότητα να νομοθετηθεί η κατάργηση της θεμελίωσης δικαιώματος μέσω της εξαγοράς πλασματικών ετών. Αν συμβεί αυτό, η μεγάλη πλειοψηφία που θεμελιώνει δικαίωμα συνταξιοδότησης έως τον Δεκέμβριο του 2021 με χρήση πλασματικών ετών, θα μείνει επί ξύλου κρεμάμενη έχοντας απολέσει το κατοχυρωμένο δικαίωμα συνταξιοδότησης.
Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στην ανάγκη να καταστεί η ανταποδοτική σύνταξη πιο αναλογική και περισσότερο ανταποδοτική. Μα δεν έγινε αυτό με τον πρόσφατο ν.4670/2020 (νόμος Βρούτση). Η περαιτέρω αύξηση της ανταποδοτικής σύνταξης προφανώς θα είναι θετικό γεγονός, αρκεί να μην συσχετισθεί με μείωση της εθνικής σύνταξης η με αύξηση ορίων ηλικίας.
Η έκθεση, ενώ αναφέρει ότι θα είναι άδικο να μειωθούν περαιτέρω οι συντάξεις, με τις προτάσεις της προωθεί σχέδιο μείωσης του αφού βάζει στο στόχαστρο τον διανεμητικό χαρακτήρα του ασφαλιστικού συστήματος. Συγκεκριμένα αναφέρει «δεδομένης της υφιστάμενης δομής του ασφαλιστικού συστήματος, η ενίσχυση του κεφαλαιοποιητικού χαρακτήρα του συστήματος προϋποθέτει μείωση της επιβάρυνσης από εισφορές που κατευθύνονται στον διανεμητικό πυλώνα (κύρια και επικουρική σύνταξη)». Πώς εξασφαλίζεται το ύψος των υφιστάμενων συνταξιοδοτικών παροχών, ενώ παράλληλα θα μειώνονται οι εισφορές που κατευθύνονται στην ασφάλιση για την κύρια σύνταξη;
Στο ζήτημα της επικουρικής σύνταξης ανακυκλώνονται οι γνωστές απόψεις περί μετάβασης σε ένα αμιγώς κεφαλαιοποιητικό σύστημα με συμμετοχή ιδιωτών. Η έκθεση αναγνωρίζει πως «η ενίσχυση των κεφαλαιοποιητικών πυλώνων δημιουργεί ένα χρηματοδοτικό κενό καθώς μέρος των εισφορών των εργαζομένων θα κατευθύνεται προς τις μελλοντικές συντάξεις τους και όχι προς την κάλυψη των συντάξεων των σημερινών συνταξιούχων». Όμως πάλι εύκολα βρίσκεται και η λύση. Όπως αναφέρεται «Η θετική αναπτυξιακή δυναμική που θα δημιουργήσει η μείωση του μη μισθολογικού κόστους εργασίας και η συσσώρευση αποταμιεύσεων στον κεφαλαιοποιητικό πυλώνα θα μειώσει το χρηματοδοτικό κενό». Οι συντάκτες της έκθεσης δηλαδή εκτιμούν ότι η μείωση των εισφορών των μισθωτών θα οδηγήσει σε γρήγορη και μεγάλη αύξηση αποταμιεύσεων, που οι μισθωτοί μην έχοντας που να τις δαπανήσουν, θα σπεύδουν να την καταθέσουν στην επικουρική τους ασφάλιση. Ακόμα και στο απίθανο σενάριο που ο κόσμος έχει τόσες αποταμιεύσεις που θα σπεύδει να τις καταθέσει στο επικουρικό του ταμείο, πώς θα καλύπτονται οι τρέχουσες συντάξεις των δημοσίων επικουρικών ταμείων, αφού οι αποταμιευτές θα έχουν απευθυνθεί κυρίως σε ιδιωτικά επικουρικά ταμεία τα οποία θα διαχειρίζονται τις εισφορές τους;
Οι συντάκτες της έκθεσης, στην προσπάθεια τους να καταστήσουν πιο εύπεπτο πολιτικά το σχέδιο τους, διστάζουν να δηλώσουν ότι η υλοποίηση των προτάσεων τους θα έχει πολλούς «χαμένους», με αποτέλεσμα να μειώνεται και η τεχνοκρατική αξιοπιστία των προτεινόμενων πολιτικών δράσεων.
Για τον κατώτατο μισθό η έκθεση προτείνει να αποφασίζεται από Συμβούλιο Εμπειρογνωμόνων με τριετή θητεία, χωρίς να συνδέεται αναγκαστικά με τους ρυθμούς ανάπτυξης και ούτε κατά διάνοια να διαμορφώνεται από τους κοινωνικούς εταίρους. Περαιτέρω, προτείνεται η απεξάρτηση των επιδομάτων από τον κατώτατο μισθό, να μην εξαρτάται δηλαδή από την αύξηση του κατώτατου μισθού η αύξηση των επιδομάτων.
Για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις αναφέρεται μόνο ότι το κράτος πρέπει να στηρίζει το πνεύμα συνεργασίας των κοινωνικών εταίρων, εργαζομένων και εργοδοτών, χωρίς επί της ουσίας προτάσεις για το πλαίσιο διαπραγμάτευσης. Για κλαδικές συμβάσεις προφανώς δε γίνεται λόγος.
Επιπροσθέτως, προτείνει την συγχώνευση όλων των επιδομάτων πλην αναπηρίας, σε ένα επίδομα με προφανώς λιγότερους δικαιούχους. Μια ενδιαφέρουσα άποψη, η οποία θα κριθεί στον τρόπο και στην στόχευση της εφαρμογής, είναι προκειμένου να μην έχει κίνητρο να παραμείνει επιδοματούχος και να μπορεί σταδιακά να εισέλθει στην παραγωγική διαδικασία ένας άνεργος που του προσφέρεται χαμηλά αμειβόμενη ολιγόωρη εργασία, να μην χάνει το σύνολο του επιδόματος, αλλά να διατηρεί μέρος του παράλληλα με την εργασία και σε εξάρτηση με τις αποδοχές του.
Σχετικά με την διαχείριση του ιδιωτικού χρέους προτάσσει την ανάγκη δραστικής μείωσης κόκκινων δανείων μέσα από δημιουργία bad bank η από διαχωρισμό των κόκκινων δανείων σε ξεχωριστό χαρτοφυλάκιο ανά τράπεζα. Επιπλέον, τονίζεται στο κείμενο η σημασία της πιστής εφαρμογής του νέου πτωχευτικού κώδικα για τα φυσικά πρόσωπα, η ρευστοποίηση δηλαδή των περιουσιών.
Η κεντρική εικόνα από τις προτεινόμενες δράσεις, που περιέχει η έκθεση της επιτροπής Πισσαρίδη, είναι η αποχώρηση του κράτους από τις προστατευτικές υποχρεώσεις προς του πολίτες, η συρρίκνωση του χώρου της κοινωνικής ασφάλισης και η δημιουργία ευκαιριών για ιδιωτική ασφάλιση, η υποτίμηση του κόστους της εργασίας και μείωση των κοινωνικών δαπανών. Απουσιάζει πλήρως κάθε αναφορά σε φορολόγηση του πλούτου ή στην ενίσχυση των Δημοσίων Νοσοκομείων.
Προφανώς και το παραγωγικό υπόδειγμα πρέπει να αλλάξει, η φορολογική βάση να διευρυνθεί, η οικονομία να εκσυγχρονιστεί και μπολιαστεί με καινοτομία. Αυτό όμως πρέπει να γίνει με το σύνολο της κοινωνίας όρθιο, τον κόσμο της εργασίας συμμέτοχο στο οικονομικό αποτέλεσμα και με το κράτος να θέτει κανόνες και διασφαλίζει όρους κοινωνικής δικαιοσύνης και προστασίας για τους αδυνάτους. Η ανάπτυξη δεν μπορεί να είναι ένας αριθμητικός αυτοσκοπός, αλλά όρος ευημερίας των πολλών και ευκαιριών κοινωνικής κινητικότητας.

Περισσότερα...Ένα πρώτο σχόλιο για την έκθεση Πισσαρίδη

  • Προβολές: 343

Επικοινωνία

ΚΩΣΤΑΣ Δ. ΤΣΟΥΚΑΛΑΣ

Ομήρου 6, 105 64

Κολωνάκι, Αθήνα

+30 211 18 21 018

+30 210 36 36 710

+30 210 36 36 711

+30 210 36 36 770

Αυτή η διεύθυνση Email προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.